Νίκος Παργινός: «Το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιχειρήσουμε να ξαναδούμε την ιστορία μέσα από μια άλλη οπτική»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με φόντο «Το χαμίνι της Οβριακής»

Ο Νίκος Παργινός έχει παραδώσει στα χέρια του αναγνωστικού κοινού ένα συνταρακτικό ιστορικό μυθιστόρημα που παρασύρει τον αναγνώστη σε ένα ταξίδι στο χθες, σε ένα ταξίδι στα «Εβραϊκά» της Κέρκυρας, για τα οποία λίγα γνωρίζουν οι περισσότεροι σήμερα. Με μια γραφή στιβαρή, ο συγγραφέας φωτίζει κομμάτια της ιστορίας ενώνοντας αριστοτεχνικά αληθινά γεγονότα και μυθοπλαστικά στοιχεία. “Το χαμίνι της Οβριακής” είναι ένα μυθιστόρημα που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, όπως ακριβώς και η συνέντευξη που παραχώρησε ο δημιουργός του στο ComfortZone και την Κέλλη Κρητικού.

«Το χαμίνι της Οβριακής» ξεκινάει με ένα συγκλονιστικό γεγονός: με τη δολοφονία της οκτάχρονης Ρουμπίνας Σάγδα. Αυτό ήταν το γεγονός που σας ενέπνευσε για να γράψετε το νέο σας βιβλίο ή υπήρξε κάποια άλλη αφορμή;

ΤΟ ΧΑΜΙΝΙ ΤΗΣ ΟΒΡΙΑΚΗΣ καταπιάνεται με ένα δύσκολο θέμα, αυτό των προκαταλήψεων, των στερεοτύπων, της μισαλλοδοξίας, των διαχωρισμών. Η Εβραϊκή Κοινότητα της Κέρκυρας βίωσε όλα τα παραπάνω σε κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας. Θέλησα να καταπιαστώ μαζί της, με τούτη την κοινότητα των ανθρώπων με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, να την αναδείξω αλλά και να φωτίσω σκοτεινές πτυχές της ιστορίας μας που συνήθως επιχειρούμε να τις κρύψουμε επιμελώς κάτω από το χαλί. Ο φόνος της μικρής Εβραιοπούλας και τα αιματηρά επεισόδια που ακολούθησαν αποτελούν ένα ιδιαίτερο ιστορικό γεγονός που πήρε τεράστιες διαστάσεις εκείνα τα χρόνια και που δυστυχώς ξεχάσαμε με τον καιρό, χωρίς να αδράξουμε την ευκαιρία και να το μελετήσουμε διεξοδικά, αντλώντας από εκείνο κρίσιμα συμπεράσματα. Λίγοι γνωρίζουν για εκείνα τα γεγονότα, τα «Εβραϊκά» της Κέρκυρας. Ξεδιπλώνοντας το ιστορικό αποτύπωμα της Εβραϊκής Κοινότητας της Κέρκυρας έπρεπε να ξεκινήσω να ξετυλίγω το κουβάρι από εκείνο το χρονικό σημείο ολοκληρώνοντας το ταξίδι στα τραγικά γεγονότα του Ολοκαυτώματος.

Πόσο σας δυσκόλεψε να κρατήσετε μια ισορροπία ανάμεσα στα πραγματικά γεγονότα και στα μυθοπλαστικά στοιχεία κατά τη συγγραφή του βιβλίου;

Η συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος ενέχει πολλούς κινδύνους, αν δεν εδράζεται σε σταθερό έδαφος κι αν δεν τεκμηριώνεται ιστορικά. Παράλληλα, είναι και μια μεγάλη πρόκληση, καθώς εντάσσεις την όποια μυθιστορηματική σου πλοκή μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο που πρέπει να είναι τοποθετημένο ορθά και να λειτουργεί παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα ανατροφοδοτούμενο συνεχώς από εκείνα. Αυτή είναι και η μαγεία του ιστορικού μυθιστορήματος. Να καταφέρνει να σε εντάξει σε μια άλλη εποχή, ζώντας μαζί με τους ήρωές του τις επιπτώσεις των ιστορικών γεγονότων στις ζωές και την καθημερινότητά τους. Δεν είναι εύκολο το εγχείρημα, καθώς καλείσαι να ισορροπήσεις σε ένα τεντωμένο σχοινί, μεθοδεύοντας κυρίως συναισθήματα μέσω των ηρώων σου, παραθέτοντας παράλληλα τεκμηριωμένα ιστορικά γεγονότα.

Πόσο καιρό σας πήρε η έρευνα για να συγκεντρώσετε τόσο τα αναλυτικά ιστορικά δεδομένα που αναφέρετε στην εισαγωγή του μυθιστορήματος, όσο και τις πληροφορίες όλων των γεγονότων που περιλαμβάνονται στην πλοκή σας; Υπάρχει κάποιο στοιχείο που ανακαλύψατε κατά την έρευνά σας που σας συντάραξε;

Η ιστορική έρευνα και τεκμηρίωση πήρε αρκετό χρόνο, περίπου τρία χρόνια, καθώς το βιβλίο καταπιάνεται με μια μεγάλη ιστορική περίοδο, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά εντάσσει και τον αναγνώστη σε ένα ιστορικό πλαίσιο που είχε να κάνει με την ίδια τη συκοφαντία του αίματος, όλα εκείνα που προηγήθηκαν των παραπάνω και δημιούργησαν αυτήν την ψευδαίσθηση γύρω από τους Εβραίους και τα «τελετουργικά» εγκλήματα που τους ακολουθούσαν για αιώνες. Αυτό που με συντάραξε στην έρευνά μου ήταν τα αποκαλυπτικά στοιχεία που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας σχετικά με το έγκλημα της Ρουμπίνας Σάρδα, τα υπομνήματα και οι εκθέσεις των τότε εισαγγελικών αρχών, οι αποκαλυπτικές συνεντεύξεις και οι ανταποκρίσεις της εποχής που δημοσιεύτηκαν στις μεγάλες αθηναϊκές εφημερίδες, η μεθοδευμένη διαδικασία της χειραγώγησης του πλήθους που έψαχνε αφορμή για να ξεσπάσει το μένος και την οργή του εναντίον του «άλλου».

Ξεκινάτε το βιβλίο σας με μια φράση του Πρίμο Λέβι, συγγραφέα του βιβλίου «Εάν αυτό είναι άνθρωπος». Τι έχει γράψει μέσα σας αυτή η κατάθεση ψυχής;

Ο Πρίμο Λέβι, ο τεράστιος αυτός Εβραίος συγγραφέας, ξεδιπλώνει σε μια φράση του με λογοτεχνικό μεγαλείο όλα εκείνα που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να μας απασχολούν. Το φαινόμενο του διαχωρισμού είναι διαχρονικό. Δε θα μπορούσε να ξεκινά διαφορετικά ένα βιβλίο που επιχειρεί να μας εντάξει σε ένα τέτοιο ιστορικό πλαίσιο, ένα βιβλίο που επιχειρεί να περάσει το δικό του μήνυμα ενάντια στα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις, τη μισαλλοδοξία. Άλλωστε, ακόμα και σήμερα, υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν να στοχοποιούν κάποιους ως «άλλους» με βάση το χρώμα του δέρματός τους, τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, την καταγωγή, τη ράτσα, τις σωματικές ή διανοητικές τους δυνατότητες, τη μόρφωση, την εμφάνιση, την κοινωνική θέση, τη δημοφιλία και την αποδοχή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το βιοτικό τους επίπεδο ή ακόμα και τα πιστεύω και τις προτιμήσεις τους.

Υπάρχει μια ρωσική παροιμία στο μυθιστόρημά σας που λέει «Το παρελθόν είναι φάρος, όχι λιμάνι». Πόσο σημαντικό θεωρείται ότι είναι η γνώση του ιστορικού παρελθόντος για τις επόμενες γενιές;

Ένας από τους λόγους που καταπιάνομαι με ιστορικά μυθιστορήματα είναι κι αυτός. Η ανάδειξη κομματιών της ιστορίας μας που έχουμε λησμονήσει, έχουμε αφήσει πίσω μας. Ξέρετε, το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιχειρήσουμε να ξαναδούμε την ιστορία μέσα από μια άλλη οπτική, να εντρυφήσουμε σε αυτήν χωρίς να χαθούμε σε λεπτομέρειες, ημερομηνίες και γεγονότα που μας κουράζουν και απαιτούν εξειδίκευση και κόπο για να μπορέσουμε να τα κατανοήσουμε διεξοδικά. Η ιστορία μάς χαρίζει απλόχερα μαθήματα, αρκεί να έχουμε το σθένος και τη διάθεση να ανατρέξουμε σε αυτήν, να αντλήσουμε διδάγματα και να αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματά μας διορθώνοντας τα λάθη και τις παραλήψεις μας. Η ιστορία είναι ένας φωτεινός φάρος που οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας στο ταξίδι μας προς το μέλλον και ειδικά οι νέες γενιές που ακολουθούν. Αν δεν το κάνουμε, είναι πιθανό να παραμείνουμε στο σκοτάδι της διαδρομής μας. Στόχος κάθε φορά είναι να προχωράμε μπροστά ως κοινωνία κερδίζοντας από το παρελθόν, προσδοκώντας σε ένα καλύτερο μέλλον. Κι έχει αποδειχθεί, πως όσες φορές κλείσαμε τα μάτια στα διδάγματα της ιστορίας το πληρώσαμε ακριβά.

Μέσα από τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία του οκτάχρονου κοριτσιού, τη στάση και τις αντιδράσεις της Εβραικής κοινότητας και την αφήγηση του Πίπη Κορφιάτη, θίγονται οι προκαταλήψεις, ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, θέματα που δυστυχώς κυριαρχούν ακόμα και σήμερα στην κοινωνία μας. Πόσο σας φοβίζει αυτό και τι θα θέλατε να αποκομίσει ο αναγνώστης από το βιβλίο σας;

Δεν σας κρύβω, πως ΤΟ ΧΑΜΙΝΙ ΤΗΣ ΟΒΡΙΑΚΗΣ ήταν ένα δύσκολο βιβλίο, καθώς ο αναγνώστης του καλείται να ενταχθεί σε ένα σκηνικό βίας και αιματηρών επεισοδίων. Όταν μιλάς για ένα στυγερό φονικό και μάλιστα με θύμα ένα μικρό κι αθώο παιδί, καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο φαντάζει, να μετατρέψεις το δημιούργημά σου σε κάτι θελκτικό που δεν θα απωθήσει τον αναγνώστη αλλά θα τον κρατήσει στις σελίδες του βιβλίου σου. Δεν φοβήθηκα στιγμή την πρόκληση που είχα μπροστά μου, καθώς το διακύβευμα παραμένει τεράστιο. Με θλίβει και με φοβίζει το γεγονός πως η κοινωνία μας εξακολουθεί κάτω από τον μανδύα των προκαταλήψεων και των μιασαλλοδοξιών να κρύβει μεθοδευμένα οικονομικά συμφέροντα και πολιτικές επιδιώξεις στις πλάτες αθώων θυμάτων. Το βλέπουμε άλλωστε σε όσα συμβαίνουν στις μέρες μας στη Μέση Ανατολή. Αυτό που επιχείρησα μέσα από το βιβλίο μου να περάσω στους αναγνώστες μου είναι η ελπίδα, η προοπτική που δίνεται μέσα από την αγάπη, τον σεβασμό στο διαφορετικό, τον αλτρουισμό, τον ανθρωπισμό, την αλληλεγγύη. Άλλωστε αυτά είναι που μας κράτησαν ζωντανούς ακόμα και στις πιο σκοτεινές στιγμές της ιστορίας μας.

Ποια σκηνή του νέου σας βιβλίου έχει χαραχτεί στο μυαλό σας;

Νομίζω πως η πιο συνταρακτική σκηνή του βιβλίου είναι η εύρεση του πτώματος της μικρής Ρουμπίνας από τον πατέρα της. Εκείνη η σκηνή χαράχτηκε βαθιά μέσα μου. Ήθελα να την περιγράψω όσο πιο καλά μπορούσα, να τη μεταφέρω στο βιβλίο με τέτοιο τρόπο που να μεθοδεύσω κατάλληλα συναισθήματα στους αναγνώστες μου χρησιμοποιώντας πρώτο πρόσωπο στην αφήγηση, ώστε να είναι ακόμα πιο άμεσος ο τρόπος γραφής και να τον φέρω κατάματα με τα ίδια τα τραγικά γεγονότα. Δεν σας κρύβω ότι με συγκλόνισε εκείνο το κεφάλαιο.

Τα κεφάλαιά σας είναι μικρά και δίνουν συχνά την αίσθηση καρέ κινηματογραφικής ταινίας όπου αναβιώνει μια ολάκερη εποχή. Θα θέλατε το βιβλίο σας να μεταφερθεί στη μικρή οθόνη;

Διατηρώ πάντα έναν ίδιο μηχανισμό γραφής σε όλα τα βιβλία μου, καθώς με ακολουθούν τα βιώματα που έχω αντλήσει ως χρόνιος αναγνώστης. Πάντα ήθελα τα κεφάλαια που διαβάζω στα βιβλία που έπεφταν στα χέρια μου να είναι μικρά, να είναι τέτοια ώστε να σε κάνουν μόλις τα τελειώσεις να θέλεις να διαβάσεις το επόμενο και μετά το επόμενο, κι εκεί που έλεγες πως φθάνει, μέχρις εδώ για την ώρα, να λες να προχωρήσεις ένα βήμα παραπέρα, κι ακόμα ένα… Η μεταφορά του βιβλίου στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη είναι μια πρόκληση που είναι καλοδεχούμενη, εφόσον φυσικά δεν αλλοιώνει τα βασικά χαρακτηριστικά του βιβλίου, στέκεται στα ουσιαστικά, περιβάλλει με σεβασμό το δημιούργημά σου χωρίς να το ξεχειλώνει υπέρμετρα και βέβαια συνάδει με το πνεύμα του, τη γλώσσα, την οπτική του, τα μηνύματά του.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας υποτιμημένο μυθιστόρημα;

Από μικρός ήμουν φανατικός αναγνώστης. Μεγάλωσα στις σελίδες των βιβλίων του Ιουλίου Βέρν, του Καζαντάκη, του Θεοτόκη, του Δουμά. Αγαπημένο μυθιστόρημά μου ο Κόμης του Μόντε Κρίστο και αγαπημένος συγγραφέας ο Χένρυ Μίλλερ.

Θα αντέχατε ένα 24ωρο χωρίς κινητό και χωρίς πρόσβαση στα social media;

Όχι μόνο θα το άντεχα, αλλά δεν σας κρύβω ότι το επιδιώκω κιόλας. Πολλές φορές νοσταλγώ τις εποχές που οι διαπροσωπικές σχέσεις καθορίζονταν από τη φυσική και μόνο παρουσία και όχι από τα ψηφιακά προφίλ και τις απρόσωπες ουσιαστικά επικοινωνίες μέσω του διαδικτύου. Δεν σας κρύβω, πως επιζητώ την εποικοδομητική μοναξιά πέρα από τις σειρήνες της τεχνολογίας. Ζούμε δυστυχώς την εποχή της εικόνας, της πληροφορίας, των ψηφιακών φίλτρων που δημιουργούν και αναπαραγάγουν ψευδαισθήσεις και απατηλά πρότυπα, όπου μεγαλύτερη σημασία έχει το περιτύλιγμα και το φαίνεσθαι από την ίδια την πραγματικότητα και την αλήθεια. Περισσότερο ποθούμε να πείσουμε τους άλλους πως περνάμε καλά, να εισπράξουμε likes για ό,τι κάνουμε, παρά για να ζήσουμε την ίδια τη στιγμή μειώνοντας την αξία της ζωής μας με αυτόν τον τρόπο.

Καλοκαίρι ή χειμώνας;

Παρότι το καλοκαίρι είναι συνυφασμένο στη συνείδησή μας με την ξεκούραση, την ανεμελιά, τις διακοπές, τα ταξίδια και τη διαφυγή από την καθημερινότητα, δεν σας κρύβω πως είμαι λάτρης του χειμώνα, προτιμώ τη μοναξιά μπροστά από τη ζεστασιά της φωτιάς του τζακιού όπου με μεταφέρει με τη συντροφιά ενός βιβλίου στα πιο παραγωγικά ταξίδια στον χώρο και τον χρόνο.

Πρωινός τύπος ή λάτρης της νύχτας;

Σε όλη μου τη ζωή (εκτός ίσως από τα φοιτητικά χρόνια που αποτελούν εξαίρεση) ήμουν πρωινός τύπος, ένας άνθρωπος που καλούταν, λόγω της εργασιακής του απασχόλησης και των υποχρεώσεων, να ξυπνά νωρίς για τα προς το ζην. Ακόμα και τα Σαββατοκύριακα σηκώνομαι λόγω συνήθειας από τα χαράματα. Βρίσκομαι σε συνεχή εγρήγορση. Παρόλα αυτά, δεν σας κρύβω, πως γράφω τόσο τις πρωινές όσο και τις βραδινές ώρες. Η έμπνευση άλλωστε είναι κάτι που δεν μπορείς να ελέγξεις και να περιχαρακώσεις σε συγκεκριμένα καλούπια και χρονικά όρια. Υπάρχουν βράδια που ξυπνώ από το κρεβάτι και κάθομαι στον υπολογιστή μέσα στο σκοτάδι για να μεταφέρω όλα αυτά που έχω μέσα μου στο χαρτί, όπως υπάρχουν και πρωινά που ξυπνώ με πάθος και διάθεση για να γράψω. Όπως λένε, κι αυτό με χαρακτηρίζει απόλυτα, τρεις η ώρα είναι, είτε πολύ αργά, είτε πολύ νωρίς, για ότι κι αν θες να κάνεις.


“Το χαμίνι της Οβριακής” του Νίκου Παργινού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ

Photo by Gavin Wilson on Unsplash

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *