Φραντζέσκα Μάνγγελ: «Η συγγραφή είναι ψυχοθεραπεία και ψυχαγωγία μαζί»

Με αφορμή «Το εκμαγείο», η συγγραφέας μιλάει για όλα σε μια απολαυστική συνέντευξη

Η Φραντζέσκα Μάνγγελ είναι μια συγγραφέας που δεν επαναπαύεται, πειραματίζεται διαρκώς σε νέα λογοτεχνικά είδη και τολμά. Με αφορμή το νέο της βιβλίο, με τον τίτλο «Το εκμαγείο», η συγγραφέας μιλάει για τη συγγραφή, το πώς γεννήθηκε η ιδέα του μυθιστορήματός της, ποια ήταν η έμπνευση για την πρωταγωνίστριά της αλλά και για τη μουσική και για το πώς ξεκουράζεται μετά από μια κουραστική ημέρα.   

Παρακολουθώντας κάποιος τη συγγραφική σας πορεία τα τελευταία χρόνια, παρατηρεί πόσο σας αρέσει να πειραματίζεστε με διαφορετικά είδη μυθιστορημάτων. Δεν φοβάστε κάθε φορά που επιλέγετε να βυθιστείτε στα αχαρτογράφητα νερά ενός νέου είδους;

Όχι. Αφήνομαι στην έμπνευση, στις ιστορίες. Εκείνες καθορίζουν το είδος κάθε φορά. Αν βάλω περιορισμούς στα κείμενά μου θα καταλήξουν ψεύτικα, ξύλινα κι εγώ δεν θα απολαμβάνω αυτό που κάνω.   

Όταν γράφετε, ακολουθείτε κάποιο χρονοδιάγραμμα ή ακολουθείτε τη διάθεσή σας;

Δεν γράφω με σειρά γιατί δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου. Δεν έχω στην καθημερινότητά μου διαθέσιμες ώρες για να κάτσω να γράψω ολόκληρα κεφάλαια με αρχή μέση και τέλος. Μέσα στην ημέρα βρίσκω οριακά ένα σαραντάλεπτο με μια ώρα κι αυτό αργά το βράδυ. Οπότε εκείνη την ώρα γράφω ό,τι μου έρχεται πρώτο στο μυαλό, τη σκηνή που με εμπνέει περισσότερο τη συγκεκριμένη στιγμή. Έχω βέβαια κατά νου τη σκαλέτα της ιστορίας στο περίπου. Δεν πάω τελείως στα τυφλά. Υπάρχει όμως ένας μεγάλος βαθμός δυσκολίας σε αυτή την τεχνική, ειδικά όταν έρθει η ώρα να «μοντάρω» τις σκηνές. Συχνά κάνω διπλή δουλειά. Όμως δεν έχω άλλη εναλλακτική. Ή θα γράφω έτσι ή καθόλου. Πολλές φορές φίλοι συγγραφείς με ρωτούν πώς το αποτέλεσμα βγαίνει ενιαίο. Ειλικρινά δεν έχω ιδέα.

Κατά τη διαδικασία δημιουργίας του προσχεδίου της πλοκής και της χαρτογράφησης των χαρακτήρων της εκάστοτε ιστορίας σας, σκέφτεστε τι θέλουν να διαβάσουν οι αναγνώστες ή γράφετε ακολουθώντας την έμπνευση και το συναίσθημά σας;

Δεν σκέφτομαι τίποτα. Ακολουθώ τυφλά τους ήρωές μου οι οποίοι με κάνουν ό,τι θέλουν. Αποφασίζουν πολύ συχνά τη ροή της ιστορίας και κάποιες φορές αλλάζουν ακόμα και το φινάλε.

Πώς γεννήθηκε μέσα σας η ιδέα του “Εκμαγείου”;

Την πρώτη εικόνα την  είδα χρόνια πίσω σε ένα ταξίδι στα Ζαγοροχώρια όταν έκανα πεζοπορία στη σκάλα του Βραδέτου. Πολύ αργότερα άκουσα για το κέρινο Εκμαγείο της ψυχής του Πλάτωνα. Κατά έναν παράξενο τρόπο αυτά τα δύο κούμπωσαν μέσα μου. Μόλις έγραψα τον τίτλο και την πρώτη σκηνή όπου η ηρωίδα κατεβαίνει τη σκάλα που δεν τελειώνει, η ιστορία άρχισε να γράφεται κυριολεκτικά από μόνη της.

Ποια ήταν η έμπνευση για να δημιουργήσετε τον χαρακτήρα της Αλθαίας, μιας ηρωίδας που μοιάζει απόκοσμη αλλά κρύβει μέσα της τόσο αγάπη και τρυφερότητα;

Πρώτη φορά που άκουσα το όνομα – έχει ονομάσει έτσι την κόρη της μια φίλη μου- συγκλονίστηκα. Μου άρεσε πάρα πολύ. Πάντα σημειώνω ονόματα και λέξεις που με εμπνέουν. Όταν έψαξα για τη ρίζα και τη σημασία του συγκεκριμένου ονόματος, άρχισα να χτίζω ταυτόχρονα και τον χαρακτήρα. Μία γυναίκα που αλθαίνει, θεραπεύει εκείνους που έχουν ανάγκη, όπως ακριβώς μας θεραπεύει και η φύση σαν ερχόμαστε σε επαφή μαζί της. Για αυτό τον λόγο και την αποκαλεί η ηρωίδα μου «πράσινη γυναίκα».      

Ως μητέρα, πώς καταφέρατε να τιθασεύσετε τα συναισθήματά σας και να διαχειριστείτε την Ακριβή, μια γυναίκα τόσο σκληρή και ως σύζυγος αλλά και κυρίως ως μητέρα;

Αυτή ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση του βιβλίου μιας και τα προσωπικά μου βιώματα είναι ακριβώς το αντίθετο. Έχω μία πολύ ζεστή κι υποστηρικτική μητέρα και η παιδική μου ηλικία ήταν πραγματικά υπέροχη. Και αντίστοιχα το ίδιο προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να προσφέρω στην κόρη μου. Αγάπη, στήριξη και θαλπωρή. Όσα στερεί η Ακριβή από τα κορίτσια της. Το να τη σκιαγραφήσω λοιπόν ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Ένιωθα λίγο χαμένη, μουδιασμένη, σαν να αιωρούμουν στο κενό. Με μια αίσθηση ιλίγγου που σου προκαλεί ένας άνθρωπος που τον κατακλύζει το μαύρο. Εδώ η φαντασία πήρε τον πρώτο λόγο, κι επειδή ήταν ακριβώς αυτό, -φαντασία- μπόρεσα να την τιθασεύσω. Αν βασιζόταν σε προσωπικό βίωμα, σίγουρα δεν θα ήμουν τόσο ψύχραιμη.

Το βιβλίο σας διατρέχει ο πόνος της απώλειας και όπως αναφέρετε στο σημείωμα του βιβλίου σας, είναι ένας πόνος που βιώσατε κι εσείς εκείνη την περίοδο της συγγραφής του βιβλίου. Η συγγραφή αποτέλεσε για εσάς ένα είδος ψυχοθεραπείας; Οι ήρωές σας έχουν μέσα τους και δικά σας κομμάτια;

Η συγγραφή είναι ψυχοθεραπεία και ψυχαγωγία μαζί. Με γεμίζει, με παρηγορεί, μου δίνει δύναμη και χαρά. Από μικρό παιδάκι που ξεκίνησα να γράφω πάντα αυτό ήταν. Το μυστικό μου καταφύγιο. Μετά από δύο μεγάλες απώλειες που είχα τα τελευταία δύο χρόνια, στράφηκα πάλι εκεί. Ήταν το πιο φυσικό, το πιο λογικό για μένα. Είναι όμως και κάτι ακόμα. Ένας φόρος τιμής σε εκείνον που έφυγε. Ο τρόπος μου να τον κρατήσω ζωντανό. Να μείνει κάτι δικό του πίσω.

Όσο για τους ήρωές μου, έχουν κάποια κομμάτια μου. Η αγάπη της Αλθαίας για τη ζωγραφική για παράδειγμα είναι και δική μου. Η πεποίθηση πως κάθε άνθρωπος έχει ένα ταλέντο που αν το δουλέψει και το καλλιεργήσει σωστά, θα τον ολοκληρώσει, είναι επίσης ένα από τα πιστεύω μου. Μέχρι εκεί όμως. Ειδικά με το Εκμαγείο, πειραματίστηκα πολύ. Έπλασα ήρωες, σχέσεις και καταστάσεις από το μηδέν. 

Η μουσική είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία του “Εκμαγείου”; Τι σημαίνει για εσάς η μουσική; Αν έπρεπε να ντύσετε μουσικά το βιβλίο σας, ποιο κομμάτι θα επιλέγατε;

Το Νυχτερινό σε Ντο δίεση ελάσσονα του Σοπέν. Είναι το έργο που με ενέπνευσε και όρισε στη συνέχεια ολόκληρη την ιστορία. Όταν έγραφα το βιβλίο, το άκουγα συνεχώς σε εκτέλεση της πιανίστριας Chanel Wang. Ο τρόπος που έπαιζε, οι κινήσεις της, ήταν αυτές που μου «φανέρωσαν» την Εύα. Το βιβλίο όμως έχει κι άλλους μουσικούς απόηχους. Πολλά κομμάτια των Cigarettes after sex αλλά και έντεχνα ελληνικά. Τη χρειάζομαι τη μουσική. Είναι η κουνελότρυπα που με περνά από την πραγματικότητα στην ιστορία. Με ταξιδεύει και με εμπνέει. Έχω φτιάξει playlist για κάθε βιβλίο μου.  

Αν ναυαγούσατε σε ένα νησί, επιλέξτε ένα χαρακτήρα από τα βιβλία σας και έναν χαρακτήρα από ένα βιβλίο άλλου συγγραφέα τους οποίους θα θέλατε για συντροφιά;

Την Αλθαία για την ψυχή της και τον Έντμον Νταντές του Δουμά για τη δύναμή του.  

Αν το νέο σας βιβλίο μεταφερόταν στη μικρή οθόνη, ποιο θα ήταν το ιδανικό καστ ηθοποιών για εσάς;

Πολύ αυθόρμητα, μου έρχονται στο μυαλό οι εξής: Αλθαία – Ελισάβετ Μουτάφη, Εύα – Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμος – Γιώργος Γάλλος, Ορφέας – Αντρέας Κωνσταντίνου, Ακριβή – Κατερίνα Διδασκάλου, Ναταλία – Αναστασία Παντούση.   

Πώς χαλαρώνετε μετά από μια κουραστική ημέρα;

Με πολλούς τρόπους. Μπορεί να ετοιμάσω μία ωραία ποικιλία και να την απολαύσω με ένα ποτήρι κρασί και ένα βιβλίο. Μπορεί να φτιάξω ένα μεγάλο μπολ ποπ κορν και να δούμε μια παιδική ταινία με την κόρη μου. Μπορεί να γράψω, να διαβάσω, ή αν είμαι πραγματικά πολύ κουρασμένη, μου αρκεί να ξαπλώσω στο κρεβάτι, να βάλω λίγη κρέμα στα χέρια μου, να σβήσω τα φώτα, να κλείσω τα μάτια και να ακούσω μουσική μέχρι να με πάρει ο ύπνος.   

Μότο ζωής.

Εδώ θα κλέψω τις τελευταίες δυο γραμμές από το προηγούμενο βιβλίο μου, τους Καθαρούς:

«Και τώρα; Τι κάνουμε;»

«Όσο υπάρχει ζωή… τα πάντα».

Πιστεύω ακράδαντα σε αυτό.


Το μυθιστόρημα της Φραντζέσκα Μάνγγελ «Το εκμαγείο» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας, περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *