Ο Γιώργος Αγγελίδης μού κέντρισε το ενδιαφέρον αρχικά με το δυνατό μυθιστόρημά του “Σκοτεινή Κληρονομιά” (εκδόσεις Bell), που ήταν από τα πιο καθηλωτικά θρίλερ που διάβασα πέρυσι. Η επιρροή του όμως δεν σταμάτησε εκεί, καθώς παρακολουθώντας την εξέλιξή του, ανακάλυψα την ταινία μικρού μήκους “Morosis”. Η ταινία αυτή πραγματεύεται το θέμα της άνοιας με τρόπο ευαίσθητο και βαθιά ανθρώπινο, δείχνοντας την ευελιξία και το εύρος της γραφής του Γιώργου σε διαφορετικά είδη.
Φέτος, από τον Οκτώβριο, στο Θέατρο Αργώ, ανεβαίνει το νέο ψυχολογικό θρίλερ του Γιώργου, “Αυτόματη Εστίαση”. Υπό τη σκηνοθεσία της Νατάσας Παπαδάκη, το έργο φέρνει στη σκηνή τους Οδυσσέα Πετράκη και Χρήστο Ντόβα στους ρόλους του Πέτρου και του Μάριου, και υπόσχεται να καθηλώσει το κοινό με την ένταση και τη σκοτεινή δυναμική των χαρακτήρων του.
Μια συνάντηση από το παρελθόν φέρνει στην επιφάνεια ανεπούλωτα τραύματα και οδηγεί σε ένα διεστραμμένο παιχνίδι εκδίκησης. Θύτης και θύμα μπλέκονται σε μια άρρωστη σχέση, όπου τα όρια μεταξύ συμπόνιας και οργής θολώνουν. Ένα καθηλωτικό έργο που αναμετράται με τα τραύματα, την εκδίκηση και τη λύτρωση.
Ένα έργο που σοκάρει με τη δυναμική του, αναμετριέται με την αλήθεια της πραγματικότητας και σε φέρνει αντιμέτωπο με τις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ψυχολογίας. Η σκηνή γίνεται ο καθρέφτης τραυμάτων και εντάσεων, αφήνοντας τον θεατή να βιώνει μια καταιγίδα συναισθημάτων – έκπληξη, οργή, θυμός και συγκίνηση εναλλάσσονται με αριστοτεχνικό τρόπο.
Ο Οδυσσέας Πετράκης στον ρόλο του Πέτρου παρουσιάζει τον ήρωά του με τέτοιο βάθος ώστε το κοινό να ταυτίζεται και να συμπάσχει, καταδεικνύει μια ευαίσθητη ερμηνεία που επιτρέπει στο θεατή να αισθανθεί το συναισθηματικό βάρος και τις αντιφάσεις του χαρακτήρα του. Η πρόκληση της ερμηνείας του, δηλαδή η σύγκρουση του τραύματος με τη κανονικότητα στην οποία προσπαθεί να προσαρμοστεί, αποτυπώνεται ξεκάθαρα, δημιουργώντας συμπάθεια και προβληματισμό. Αυτός ο διχασμός, που αναδεικνύεται ως κεντρικό στοιχείο, επιβεβαιώνει την ικανότητα του ηθοποιού να αποδώσει τις πολυπλοκότητες της ψυχικής πάλης του χαρακτήρα του.
Από την δική του πλευρά, ο Χρήστος Ντόβας αποδίδει εξαιρετικά το ρόλο του Μάριου, έναν χαρακτήρα που αν και έχει περάσει από την κάθαρση της αποτοξίνωσης, διατηρεί μια αμφιλεγόμενη παρουσία. Αυτή η αίσθηση ατιμωρησίας και η έπαρση που τον διακρίνει, δείχνουν ότι ο ηθοποιός διαχειρίζεται την προσωπικότητα του Μάριου με τρόπο που αναδεικνύει τη δυσκολία της αποδοχής και της συγχώρεσης τόσο από τον ίδιο του τον εαυτό, όσο και από το θύμα του αλλά και από το κοινό. Το αποτέλεσμα είναι να προσδώσει μια ένταση που δεν επιτρέπει στους θεατές να δουν τον Μάριο με πολλή συμπάθεια και να παραμείνουν με τη γεύση μιας αδικαίωτης και ανολοκλήρωτης ιστορίας.
*Spoiler alert: Στο τέλος ακολουθεί προσωπική μου παρατήρηση σχετικά με το φινάλε. Αν πρόκειται να δείτε το έργο, τότε μην τη διαβάσετε!
Η άρτια σκηνοθεσία της Νατάσας Παπαδάκη, σε συνδυασμό με την δυναμική του φωτισμού και της μουσικής, αναδεικνύουν κάθε λεπτομέρεια του πολυδιάστατου κειμένου, οδηγώντας το κοινό σε ένα ταξίδι που καθηλώνει. Ένα θρίλερ που όχι μόνο βασίζεται στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων αλλά φωτίζει και τις λεπτές ισορροπίες μεταξύ εκδίκησης, συμπόνιας και λύτρωσης.
Τα σκηνικά του Βασίλη Δαρόγλου, αν και μίνιμαλ και αφαιρετικά – όπως συνηθίζεται στις περισσότερες πλέον σύγχρονες παραστάσεις – κατάφεραν να αποδώσουν απόλυτα την ατμόσφαιρα που απαιτούσε η ιστορία. Η σκοτεινιά και το μυστήριο ήταν διάχυτα, λειτουργώντας ως ιδανικό υπόβαθρο για την ένταση και τη συναισθηματική φόρτιση του έργου, αναδεικνύοντας τις βαθύτερες πτυχές της αφήγησης. Το πολύ θετικό είναι ότι η σκηνή είναι έτσι χωροθετημένη όπου το κοινό έχει πρόσβαση στις εσωτερικές συγκρούσεις και αναζητήσεις των ηθοποιών, συμμετέχοντας έμμεσα, κάτι που εν τέλει συντελεί στην ένταση και την αγωνία.
Η μουσική, πρωτότυπα γραμμένη ειδικά για το έργο από τη Στέλλα Σαμαρά, ήταν απόλυτα ταιριαστή με την ατμόσφαιρα και την πλοκή. Ήταν ένας διακριτικός αλλά καθοριστικός συνοδοιπόρος της αφήγησης, συμβάλλοντας στην απόλυτη απορρόφηση του θεατή στην ιστορία.
Ο φωτισμός έπαιξε καθοριστικό ρόλο, διαχωρίζοντας με ακρίβεια τις σκηνές των αναδρομών και των εσωτερικών διαλόγων, προσδίδοντας βάθος στις εναλλαγές του παρόντος και του παρελθόντος. Να πω πως προσωπικά θα προτιμούσα στις σκηνές των αναδρομών να κυριαρχούσε το κόκκινο χρώμα στον φωτισμό, καθώς πιστεύω ότι θα υπογράμμιζε ακόμα πιο έντονα το τραύμα και την ένταση των στιγμών. Ωστόσο, αυτή είναι καθαρά υποκειμενική προτίμηση, αφού ο φωτισμός όπως παρουσιάστηκε ήταν εξαιρετικά μελετημένος και απολύτως λειτουργικός για την ατμόσφαιρα του έργου.
Ένα ευαίσθητο και περίπλοκο θέμα, αποδομένο με σεβασμό και δύναμη, που συνεχίζεται και αφού πέσει η αυλαία. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα μένουν ζωντανά, αναδεύοντας μνήμες και προβληματισμούς που δύσκολα ξεχνιούνται. Ένα συγκλονιστικό έργο που προκαλεί και μετατρέπει τη θέαση σε εμπειρία ζωής. Σας το προτείνω αβλεπεί, μόνο βιαστείτε γιατί μένουν λίγες ακόμα παραστάσεις.
Καλή διασκέδαση!
*Spoiler alert! Προσωπικά, το ομολογώ, περίμενα ένα πιο σκληρό τέλος, ωστόσο με δεδομένο το χαρακτήρα και την προσωπικότητα του Πέτρου, το τέλος αυτό ήταν αυτό που έπρεπε να είναι.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Κάθε Πέμπτη στις 21:15, στο Θέατρο Αργώ (Ελευσινίων 13-15, Αθήνα | 2105201684 | www.argotheater.gr), για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.
Trigger Warning: Η παράσταση είναι κατάλληλη για άνω των 16 ετών
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Λέπουρης, Γιώτα Βασιλείου
Η Γιώτα Βασιλείου είναι blogger και φανατική αναγνώστρια