Γράφει η Κέλλη Κρητικού
Ένα σημάδι, ένα γράμμα και μια διαδρομή ανάμεσα στα οδοφράγματα με αβέβαιη έκβαση, αποτελούν τον πυρήνα του νέου βιβλίου του Στέφανου Δάνδολου. Ιστορία και έρωτας κρατιούνται σφιχτά και προκαλούν τον συγγραφέα σε μια λογοτεχνική μάχη γεμάτη ένταση και συναισθήματα. Και εκείνος αποφασίζει, με όπλα του τη λυρική του πένα και την ικανότητά του να σμιλεύει χαρακτήρες με μαεστρία, να μπει στα χαρακώματα και να αντιμετωπίσει αλήθειες και γεγονότα με πάθος. Χωρίς μελοδραματισμούς μα με μια ποιητική χροιά που σαγηνεύει την ψυχή, «Τα αηδόνια της σιωπής» καταλύουν τις αντιστάσεις του αναγνώστη και τον μυούν στη δύναμη της αγάπης
Αθήνα, 1944. Ο πόλεμος τελειώνει και ο κόσμος ξεχύνεται στους δρόμους για να γιορτάσει την απελευθέρωση. Στιγμές χαράς και ανείπωτης ευτυχίας, και στο ιστορικό «Καφενείον Ζαχαράτου» οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν με θέμα το τέλος της ναζιστικής κατοχής. Μόνο που ανάμεσα σε εκείνους που τραγουδούν για την ελευθερία, υπάρχουν και κάποιοι διορατικοί που ανησυχούν για την επόμενη μέρα. Ο 72χρονος σερβιτόρος Αριστείδης Τσόκος που εργάζεται από μικρό παιδί εκεί, αφουγκράζεται τις ανησυχίες τους μα το μυαλό του ταξιδεύει σε εκείνη: την ανεκπλήρωτη αγάπη της ζωής του που ακούει στο όνομα Ευδοξία Τριανταφυλλίδου. Σχεδόν 21 χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα που εκείνη άφησε τη δουλειά της στο καφενείο για να παντρευτεί και εκείνος δεν έχει περάσει μέρα που να μη μετανιώνει που δεν της εξομολογήθηκε όσα ένιωθε για εκείνη. Τον λόγο τον ξέρει. Μα τον πονάει. Ακόμα.
Οι μέρες περνούν και οι εντάσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους αντάρτικους σχηματισμούς φουντώνουν. Επεισόδια, διώξεις, συλλήψεις και εν ψυχρώ μαζικές δολοφονίες, οδηγούν την πολιτική κατάσταση σε αδιέξοδο, αφού καμία πλευρά δεν υποχωρεί από τις θέσεις, τα πιστεύω και τις διεκδικήσεις της. Η Αθήνα θυμίζει καζάνι που βράζει και οι ένοπλες συγκρούσεις στους δρόμους και τα στενά ξεκινούν χωρίς έλεος. Επί 76 μέρες η βία κυριαρχεί σε κάθε γωνιά της πόλης και κανείς δεν ξέρει πού θα οδηγήσει αυτή η σύρραξη. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πως αυτή είναι απλά η αρχή του κακού.
Μα ανάμεσα στη φρίκη του Εμφυλίου που παραμονεύει, ένας έρωτας παλεύει να ανθίσει και πάλι. Δύο αηδόνια να τραγουδήσουν ξανά το τραγούδι της ασύνορης αγάπης. Θα τα καταφέρουν άραγε;
Αυτό το ερώτημα ταλανίζει τον αναγνώστη σχεδόν από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου και τον κρατάει δέσμιο καθώς αδημονεί για την έκβαση αυτής της τρυφερής ιστορίας. Μα ο συγγραφέας δεν βιάζεται να φτάσει στο φινάλε. Αφήνεται στη δίνη των καταστάσεων που περιγράφει, παρασύρεται από τις κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις, αφουγκράζεται την αγωνία των Ελλήνων, και στέκεται με σεβασμό απέναντι στα ιστορικά γεγονότα. Αποτυπώνει με προσοχή το ζοφερό σκηνικό και δίνει χώρο και χρόνο στους πρωταγωνιστές του να αποδεχτούν τη νέα πραγματικότητα και να προσαρμοστούν ή να επαναστατήσουν.
Η αφήγηση είναι ρέουσα και έχει μια ένταση πρωτόγνωρη, μια ένταση που μοιάζει σαν να πηγάζει από τον αναβρασμό της κοινωνίας εκείνη την εποχή και να σφίγγει τον Αριστείδη και την Ευδοξία σαν μέγγενη. Οι αντιθέσεις κυριαρχούν από την πρώτη στιγμή και καθορίζουν το ύφος της πλοκής. Η χαρά της απελευθέρωσης δίνει τη θέση της στο αιματοκύλισμα, και οι σφιχτές αγκαλιές ευτυχίας των πρώτων ημερών μετατρέπονται σε μένος. Το φως χάνεται σταδιακά και το σκοτάδι απλώνεται πάνω από την Αθήνα, την Αττική, την Ελλάδα. Κάτω από τις σφαίρες που σφυρίζουν, ένας έρωτας παλεύει να ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του. Η ευτυχία κοντράρεται με τον πόνο της απώλειας, και η αλληλεγγύη προσκρούει στον τοίχο της προδοσίας. Μια χώρα υπό διάλυση, με τις ανθρώπινες σχέσεις να ψυχορραγούν και το μίσος να φωλιάζει στις καρδιάς. Και δύο άνθρωποι να εξακολουθούν να ελπίζουν για ένα καλύτερο αύριο.
Ο συγγραφέας επιλέγει να παίξει με το μυστήριο όσον αφορά τον χαρακτήρα του Αριστείδη, γι αυτό και επιλέγει το τρίτο πρόσωπο για να τον συστήσει στον αναγνώστη. Παράλληλα, παραθέτει σε ανύποπτο χρόνο μαρτυρίες ανθρώπων και αποκόμματα από εφημερίδες όπου αναφέρονται στην παράξενη εξαφάνιση αυτού του ανθρώπου, κλιμακώνοντας την αγωνία. Αντιθέτως, η Ευδοξία καταθέτει την ψυχή της στο ημερολόγιό της και αφήνει τον αναγνώστη να δει τις αδύναμες πλευρές της, να μάθει τις σκέψεις και τα μυστικά της και να νιώσει το καρδιοχτύπι της καθώς περιμένει το θαύμα. Οι εναλλαγές αυτές ανεβάζουν τους παλμούς, ενώ ο φόβος για το τι θα συμβεί τριβελίζει το μυαλό. Φράσεις μετέωρες που έχουν ένα ειδικό βάρος ενώνονται περίτεχνα με τη θεατρικότητα κάποιων σκηνών και τη φρίκη του πολέμου, ενώ ακόμα και οι δευτεραγωνιστές, όπως ο Θρασύβουλος και η Ρουμπίνι, προσδίδουν μια τραγικότητα στο κείμενο και συγκινούν.
«Μόνο για τις πονεμένες καρδιές δεν υπάρχει λύτρωση»
«Τα αηδόνια της σιωπής» είναι ένα μυθιστόρημα για δύο αηδόνια που δεν έπαψαν να ελπίζουν πως θα συναντηθούν ξανά, ακόμα και κάτω από το βαρύ πέπλο του Εμφυλίου. Είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αναδεικνύει τη δύναμη της πίστης, της αγάπης και της επιμονής και συγκλονίζει.
Το βιβλίο «Τα αηδόνια της σιωπής» του Στέφανου Δάνδολου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ
Εικόνα από το φωτογραφικό αρχείο του Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών / Athens City Museum
Η Κέλλη Κρητικού είναι αρθρογράφος και βιβλιοκριτικός σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα